Πνευματικά

Η Μεγαλομάρτυς Αγία Αικατερίνη

Απολυτίκιο της Αγίας Αικατερίνης
Την πανεύφημον νύμφην Χριστού υμνήσωμεν,
Αικατερίναν την Θείαν και πολιούχον Σινά,
την βοήθειαν ημών και αντίληψιν ότι
εφήμωσε λαμπρώς τους κομψούς
των ασεβών τού Πνεύματος τή μαχαίρα,
και νυν ως μάρτυς στεφθείσα,
αιτείται πάσι το μέγα έλεος.

Κοντάκιο της Αγίας Αικατερίνης
Χορείαν σεπτήν ενθέως, φιλομάρτυρες, εγείρατε νυν
γεραίροντες την πάνσοφον Αικατερίναν. Αύτη γαρ
εν σταδίω τον Χριστόν εκήρυξε και τον όφιν επάτησε
ῥητόρων την γνώσιν καταπτύσασα.

Μεγαλυνάριο της Αγίας Αικατερίνης
Έχει το σον πνεύμα ο ουρανός,
σώμα δε Θείον τεθησαύρισται εν Σινά,
αίμα μαρτυρίου εν Αλεξανδρουπόλει,
σοφή Αικατερίνα σκέπε τούς δούλους σου.

πηγές http://www.vimaorthodoxias.gr, http://www.romiosini.org.gr

Μεταξύ των ενδόξων μεγαλομαρτύρων τής χριστιανικής Πίστης διακεκριμένη θέση κατέχει η νύμφη τού Χριστού, Αικατερίνα, η πολιούχος τού θεοβάδιστου Όρους Σινά. Η Αγία Αικατερίνη ή Αικατερίνη της Αλεξάνδρειας, γνωστή και ως Μεγαλομάρτυς Αγία Αικατερίνη και κατά τους υμνολόγους της Ορθόδοξης Εκκλησίας Αικατερίνα, πιστεύεται ότι υπήρξε σημαντική στοχάστρια κατά τον πρώιμο 4ο αιώνα. Η εκκλησία μας γιορτάζει την μνήμη της στις 25 Νοεμβρίου.

Η Αγία Αικατερίνη γεννήθηκε στην πόλη τής Αλεξάνδρειας το 294 μ.Χ. από ειδωλολατρική οικογένεια και πήρε το όνομα Δωροθέα. Έζησε την εποχή τού ασεβούς και χριστιανομάχου βασιλέως Μαξεντίου ή του Μαξιμίνου Β’, απόλυτου άρχοντα της Αιγύπτου. Είχε αριστοκρατική καταγωγή, καθώς ήταν κόρη τού βασιλέως Κώνστα ή Κέστου. Ήταν αξιοζήλευτη ως προς την ομορφιά, την ευγένεια, τη μόρφωση, τον πλούτο. Από μικρή έτυχε μεγάλης μόρφωσης και ήταν κάτοχος της λατινικής γλώσσας και της ελληνικής φιλολογίας, ενώ γνώριζε πολλές ξένες γλώσσες τής εποχής της. Σπούδασε στις εθνικές σχολές τής εποχής Φιλοσοφία, Ρητορική, Ποίηση, Μουσική, Μαθηματικά, Αστρονομία και Ιατρική. Μελέτησε τον Όμηρο, τον Βιργίλιο, τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα, αλλά και τις μεθόδους και τις θεωρίες των ιατρών Ασκληπιού, Γαληνού και Ιπποκράτη. Από νεαρή ηλικία προσελκύσθηκε από τη χριστιανική διδασκαλία, την οποία μελέτησε, και, αφού ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, εργάσθηκε με έντονη δράση και ενθουσιασμό για τη διάδοσή του, επιτυγχάνοντας πολλά χάριν τής ρητορικής της δεινότητας και των πολλών γνώσεών της.

Tο απαράμιλλο σωματικό της κάλλος, η εκπληκτική της μόρφωση, η αριστοκρατική της καταγωγή και η αρετή με τη οποία ήταν στολισμένη, την έκαναν περιζήτητη νύφη. Αυτή όμως αρνιόταν κάθε παρόμοια πρόταση. «…Και πολλοί πλουσιότατοι άρχοντες της Συγκλήτου ζήτησαν να συμπεθερεύσουν με τη μητέρα τής Αικατερίνης, η οποία ήταν κρυφά Χριστιανή και δεν το εκδήλωνε εξαιτίας τού μεγάλου διωγμού που κίνησε τον καιρό εκείνο εναντίον των πιστών ο Μαξέντιος. Οι συγγενείς, λοιπόν και η μητέρα της τη συμβούλευαν να παντρευτεί, για να μην πάει η βασιλεία τού πατέρα της σε ξένο άνθρωπο και αποξενωθούν τελείως από αυτήν. Η Αικατερίνη, όμως, αγαπούσε την παρθενία πολύ ως φιλόσοφος και, προφασιζόμενη διάφορες αιτίες, έλεγε ότι δεν συμφωνούσε καθόλου να παντρευτεί.

Από την πηγή: «Περιγραφή Ιερά του Αγίου και Θεοβάδιστου Όρους Σινά», που περιέχει στοιχεία για την Αγία Αικατερίνη, παραθέτουμε τον εξής διάλογο και το ενύπνιο, που αφορά στην πνευματική της αναγέννηση.

«-Βρείτε μου έναν νέο που να είναι όμοιός μου στα τέσσερα Χαρίσματα που ομολογείτε πως υπερέχω από τις άλλες κοπέλες, και τότε θα τον πάρω για σύζυγό μου, διότι δεν καταδέχομαι να πάρω κάποιον αναξιότερό μου. Ερευνήστε λοιπόν παντού αν υπάρχει κάποιος όμοιός μου στην ευγένεια, στον πλούτο, στη σοφία και στην ωραιότητα. Και αν του λείπει και ένα από αυτά τα Χαρίσματα, δεν μου είναι άξιος.

Και αυτοί, γνωρίζοντας ότι ήταν αδύνατον να βρεθεί τέτοιος άνθρωπος, αποκρίθηκαν ότι ο γιος τού βασιλιά τής Ρώμης και κάποιοι άλλοι ευγενείς και πλουσιότεροι από αυτήν μόνο στη σοφία και την ωραιότητα δεν της έμοιαζαν. Και εκείνη έλεγε ότι δεν καταδεχόταν να πάρει για σύζυγο κάποιον κατώτερό της.

Η μητέρα της είχε ως Πνευματικό της έναν αγιότατο άνθρωπο, που κατοικούσε έξω από την πόλη, κρυμμένος. Πήρε, λοιπόν, την Αικατερίνη και πήγαν σε αυτόν να συμβουλευθούν. Ο ασκητής, βλέποντας την ευταξία τής κόρης και ακούγοντας τα γνωστικά και μέτρια λόγια της, έβαλε στον νου του να την οδηγήσει προς την επίγνωση του Ουράνιου Βασιλιά Χριστού. Της λέει, λοιπόν:

-Γνωρίζω έναν θαυμάσιο άνθρωπο, ο οποίος σε υπερβαίνει ασύγκριτα σε όλα τα Χαρίσματα που είπες και σε άλλα αμέτρητα. Η ωραιότητά του υπερνικά σε λάμψη τον Ήλιο, η σοφία του κυβερνά όλα τα αισθητά και νοητά κτίσματα, ο πλούτος των θησαυρών του μοιράζεται σε όλον τον κόσμο και ποτέ δεν λιγοστεύει, αλλά, καθώς διαδίδεται, αυξάνεται. Η ευγένειά του είναι απερίγραπτη και ανεκλάλητη.

Αυτά και άλλα περισσότερα λέγοντας ο ασκητής, νόμισε η κόρη ότι έλεγε για κάποιον επίγειο άρχοντα, για αυτό άλλαξε γνώμη και ρωτούσε λεπτομέρειες, αν ήταν αληθινά όλα τα εγκώμια και οι τόσοι έπαινοι που είπε προς αυτήν για τον άνθρωπο εκείνο. Εκείνος βεβαίωνε όσα είπε και διηγούταν και τις υπόλοιπες χάρες του. Τότε τού λέει η κόρη:

-Τίνος γιος είναι αυτός που τόσο επαινείς;

Και ο ασκητής τής αποκρίθηκε:

-Αυτός δεν έχει πατέρα πάνω στη γη, αλλά γεννήθηκε απερίγραπτα και υπερφυσικά από μια ευγενέστατη Υπεραγία και Χαριτωμένη Παρθένο, η οποία αξιώθηκε για την υπερβολική της αγιότητα να μείνει αθάνατη στην ψυχή και το σώμα, αναλαμβανόμενη υπεράνω των ουρανών και προσκυνείται από όλους τους αγίους αγγέλους ως βασίλισσα όλης τής κτίσεως. Αυτή είναι η Αειπάρθενος Μητέρα εκείνου για τον οποίο σου είπα τέτοια θαυμάσια πράγματα. Πάρ’ την, λοιπόν, στο σπίτι σου και κλείνοντας την πόρτα τού δωματίου σου κάνε ολονύκτια προσευχή με ευλάβεια προς αυτήν, η οποία ονομάζεται Μαρία και παρακάλεσέ την να καταδεχτεί να δείξει σε εσένα τον Υιό της και ελπίζω ότι, αν προσευχηθείς με πίστη, θα σε υπακούσει να δεις εκείνον που ποθεί η ψυχή σου.

Τότε η κόρη, παίρνοντας την ιερή εικόνα, έφυγε για το παλάτι και τη νύκτα κλείστηκε μόνη στην κάμαρα και προσευχόταν, όπως τής είχε εξηγήσει ο γέροντας. Έτσι, λοιπόν, καθώς προσευχόταν, από τον κόπο την πήρε ο ύπνος και βλέπει στο όραμά της τη Βασίλισσα των αγγέλων, όπως ήταν ζωγραφισμένη με το Άγιο Βρέφος, το Οποίο ακτινοβολούσε πιο πολύ από τον Ήλιο, όμως έστρεφε το πρόσωπό Του προς τη Μητέρα Του. Για αυτό, η κόρη έβλεπε μόνο την πλάτη Του. Και, επιθυμώντας να Το δει και στο πρόσωπο, πήγε από το άλλο μέρος. Ο Χριστός, όμως, έστρεφε και πάλι το πρόσωπό Του από την άλλη μεριά. Όταν αυτό έγινε τρεις φορές, ακούει την Παναγία να Του λέει:

-Δες τέκνο μου τη δούλη Σου Αικατερίνη πόσο ωραία και πάγκαλος είναι.

Και Εκείνος αποκρίθηκε:

-Είναι μάλιστα τόσο σκοτεινή και άσχημη, που δεν μπορώ να τη βλέπω.

Θαυμάζοντας για αυτήν την οπτασία έφυγε το πρωί με λίγες γυναίκες και πήγε στο κελί τού γέροντα και πέφτοντας με δάκρυα στα πόδια του, του διηγήθηκε το όραμα και τον παρακαλούσε θερμά να τη νουθετήσει τι να πράξει, για να απολαύσει αυτό που ποθεί. Και ο όσιος της διηγήθηκε λεπτομερώς όλα τα μυστήρια της αληθινής μας Πίστεως, αρχίζοντας από τη δημιουργία τού κόσμου και την πλάση τού Αδάμ μέχρι και τη Δευτέρα Παρουσία τού Δεσπότου Χριστού. Και για την απερίγραπτη δόξα τού Παραδείσου και για τη γεμάτη ωδίνες και ατελείωτη Κόλαση. Και την κατήχησε σε τέτοιο βαθμό, που γνώριζε σε λίγο διάστημα όλες τις λεπτομέρειες της Πίστεως, επειδή γνώριζε Γράμματα και είχε μεγάλη σοφία. Έτσι, πιστεύοντας με όλη της την καρδιά, έλαβε από αυτόν το Άγιο Βάπτισμα. Μετά τής παρήγγειλε να παρακαλέσει και πάλι με πόθο την Υπεραγία Θεοτόκο για να της εμφανιστεί όπως και πριν. Αφού, λοιπόν, με το Βάπτισμα απέβαλε τον «παλαιό» άνθρωπο και ενδύθηκε αδιάφθορη στολή, επέστρεψε στα ανάκτορα και όλη τη νύκτα παρακαλούσε νηστική και προσευχόταν με δάκρυα, μέχρι που και πάλι την έπιασε ο ύπνος. Και τότε βλέπει την ουράνια Βασίλισσα με το Θείο Βρέφος, το Οποίο έβλεπε την Αικατερίνη με πολλή ευσπλαχνία και ιλαρότητα. Και η μεν Θεομήτωρ ρώτησε τον Δεσπότη αν Του είναι αρεστή η Παρθένος, ο δε Υιός αποκρίθηκε:

-Τώρα έγινε ολόλαμπρη και ένδοξη, αυτή που πριν ήταν σκοτεινή και άχαρη· η φτωχή και άγνωστη έγινε πλούσια και πάνσοφη· η καταφρονεμένη και άσημη έγινε ευγενής και φημισμένη και είναι πλήρης με τόσα αγαθά και χάριτες και τόσο την επιθυμώ, που συμφωνώ να τη μνηστευθώ και να την πάρω για άφθορη νύφη μου.

Σύμφωνα με την Παράδοση και τα Συναξάρια τής Αγίας Αικατερίνης, κατά τη διάρκεια των διωγμών τού Αυτοκράτορα Μαξιμίνου, στις αρχές τού 4ου αιώνα, σε ηλικία 18 ετών, ομολόγησε την πίστη της στον Ιησού Χριστό και δημοσίως κατηγόρησε τον Αυτοκράτορα για τις θυσίες του προς τα είδωλα. Εκείνος ανέθεσε σε πενήντα ή, κατ’ άλλους, σε εκατόν πενήντα περίφημους ρήτορες (ο αριθμός εξ αντιθέτου χαρακτηρίζει τη ρητορική δεινότητα της Αγίας), προκειμένου, συζητώντας μαζί της να της αποδείξουν το αβάσιμο και στρεβλό των ιδεών (δοξασιών) της. Αποτέλεσμα, όμως, υπήρξε το αντίθετο. Ο Μιχαήλ ο Αρχάγγελος ήλθε από τον ουρανό και της είπε: «μη φοβού η παις τού Κυρίου. Ιδού γαρ ο Κύριος θέλει δώση σοι σοφίαν εις την σοφίαν σου, να νικήσης τους ρήτορας. Και ου μόνον αυτοί, αλλά και πολλοί να πιστεύσωσι δια σου, και να λάβετε πάντες τού Μαρτυρίου τον στέφανον».

Πράγματι, η Αικατερίνη με την κομψότητα του λόγου της και των επιχειρημάτων της «εφήμωσε λαμπρώς τους κομψούς των ασεβών, του πνεύματος την μαχαίραν» (σύμφωνα με το Απολυτίκιο της Αγίας). Έχουσα μελετήσει σε βάθος το έργο τού μεγάλου Έλληνα ποιητή, του Ομήρου, αναφέρεται στους στοχασμούς και τις δοξασίες του. Ο Όμηρος αναφέρει, για τον μέγιστο Θεό Δία πως είναι ψεύτης, απατεώνας και πανούργος και πως ήθελαν να δέσουν αυτόν η Ήρα, ο Ποσειδώνας και η Αθηνά, αν δεν έφευγε να κρυφθεί. Ομοίως, γράφει και άλλα παρόμοια προς καταφρόνηση των Θεών αυτών. Επιπλέον, η Αγία Αικατερίνη αναφέρει και τη θέση τής σοφής Σίβυλλας, που μαρτυρεί την ένθεη σάρκωση και τη σωτήρια Σταύρωση. Ο Θεός είναι αληθής, δημιουργός ουρανού και γης και θαλάσσης, ηλίου και σελήνης, και παντός ανθρωπίνου γένους, ακατάληπτος, ανεξιχνίαστος και άρρητος.

Αλλά ακόμη και τα σοφά της επιχειρήματα, με την πειστική ανάπτυξη των ιδεών της, κατάφεραν να προσηλυτίσουν αυτούς οι οποίοι τελικά ασπάσθηκαν τον Χριστιανισμό. Όταν ο Αυτοκράτορας έμαθε το αποτέλεσμα, οργίσθηκε τόσο που διέταξε την θανατική καταδίκη όλων στην πυρά στο μέσον τής πόλης, τη δε Αικατερίνη σε μαρτύρια μέχρι θανάτου. Η Αγία βασανίσθηκε σκληρά, αλλά αντί να καμφθεί το ηθικό της, κατόρθωσε με το ένθεο παράδειγμά της να προσελκύσει στη χριστιανική Πίστη τη σύζυγο του Αυτοκράτορα, Φαυστίνα, η οποία θαύμασε τις αρετές και την καρτερικότητά της, γνώρισε την Αγία και την αγάπησε. Όταν, λοιπόν, έλειπε ο σύζυγός της από την πόλη, ζήτησε να την επισκεφθεί με συνοδεία 200 στρατιωτών υπό τον Φρούραρχο Πορφυρίωνα ή Πορφύριο, άνθρωπο άξιο και έμπιστο, λέγοντας σε αυτόν:

«-Την περασμένη νύχτα είδα σε όραμα την Αικατερίνη καθισμένη μεταξύ πολλών παρθένων. Όταν με είδε, με κάθισε κοντά της και μου έβαλε στο κεφάλι χρυσό στεφάνι λέγοντας: «Ο Δεσπότης Χριστός σού στέλλει αυτό το στεφάνι». Σε παρακαλώ, λοιπόν, Πορφυρίωνα, να βρεις έναν τρόπο να συναντήσω απόψε την κόρη αυτή.»

«-Θα εκπληρώσω την επιθυμία σου, δέσποινα», απάντησε ο Πορφυρίων.

Όταν νύχτωσε, λοιπόν, πήρε διακόσιους στρατιώτες και πήγαν στη φυλακή με τη βασίλισσα.

Έδωσαν χρήματα στον δεσμοφύλακα και εκείνος τους άνοιξε την πόρτα τής φυλακής. Η Αυγούστα έπεσε με δάκρυα στα πόδια τής Μάρτυρος, λέγοντας:

«-Τώρα είμαι καλότυχη και ευτυχισμένη, γιατί σε γνώρισα. Ποθούσα να δω το βασιλικό σου πρόσωπο και διψούσα ν’ ακούσω τα μελίρρυτα λόγια σου. Τώρα και αν στερηθώ τη ζωή και τη βασιλεία μου, δεν θα λυπηθώ καθόλου. Είσαι ζηλευτή συ, που προσκολλήθηκες σε τέτοιο Δεσπότη, που σου χαρίζει τόσες δωρεές και χαρίσματα».

«-Κι’ εσύ είσαι ευτυχισμένη, βασίλισσά μου, γιατί βλέπω, το στεφάνι που σου βάζουν στο κεφάλι οι Άγιοι Άγγελοι. Μετά τρεις μέρες θα το πάρεις, αφού υπομείνεις μαρτύριο. Τότε θα πας κοντά στον Αληθινό Βασιλέα, για να βασιλεύσεις αιώνια», της απάντησε η Αγία Αικατερίνη.

«-Φοβάμαι τα βασανιστήρια και τον σύζυγό μου, γιατί είναι πολύ σκληρός και απάνθρωπος», της είπε η Φαυστίνα.

«-Έχε θάρρος. Στην καρδιά σου θα βρίσκεται ο Χριστός, που θα σε δυναμώνει στη δύσκολη ώρα τού μαρτυρίου. Πολύ λίγο θα πονέσει το σώμα σου εδώ, για να αναπαύεται εκεί αιώνια», της αποκρίθηκε εκείνη.

Ενώ οι δύο γυναίκες έλεγαν αυτά, ρώτησε ο Πορφυρίων την Αγία:

«-Τι χαρίζει ο Χριστός σε όσους πιστεύουν; Θέλω και εγώ να τον γνωρίσω και να γίνω οπαδός του».

«-Δεν διάβασες ποτέ καμιά Γραφή των Χριστιανών; Ούτε έχεις ακούσει τίποτε για αυτά;»

«-Από παιδί βρίσκομαι στους πολέμους και μόνο μ’ αυτούς ασχολούμαι. Δεν έχω φροντίσει για αλλά πράγματα. «Δεν μπορεί η γλώσσα να διηγηθεί τα αγαθά, που ο Θεός ετοιμάζει για όσους Τον Αγαπούν και τηρούν τις εντολές του», τού απάντησε η Αγία.

Τότε η Θεία Χάρη γέμισε την καρδιά τού Πορφυρίωνα. Πίστεψε με όλη του την καρδιά στον Χριστό μαζί με τους διακόσιους στρατιώτες του και, αφού πήραν όλοι δύναμη από τη Μεγαλομάρτυρα, έφυγαν.

Όταν το έμαθε ο Αυτοκράτορας, οργίστηκε και διέταξε τον αποκεφαλισμό τής Φαυστίνας και της ακολουθίας της και την τελική πλέον εκτέλεση της Αγίας. Μέσο θανάτωσης ήταν ο «βασανιστικός τροχός», που έμοιαζε με τροχό, η περιφέρεια του οποίου έφερε καρφιά (ήλους), που ετίθετο σε κίνηση με σχοινιά και τροχαλίες, πλησιάζοντας αργά το ιστάμενα δεμένο σώμα τού καταδίκου) με συνέπεια τις αρχικές εκδορές μέχρι διαμελισμού. Ο θρύλος στο σημείο αυτό αναφέρει πως τα καρφιά τού τροχού, όταν πλησίασαν το σώμα τής Αγίας αυτά ένα-ένα απόσπονταν ή θραύονταν. Κατ’ άλλο θρύλο, ο εν λόγω τροχός, πριν πλησιάσει το σώμα τής Αγίας, διαλύθηκε «στα εξ ων συνετέθη». Έτσι και αποφασίσθηκε τελικά ο αποκεφαλισμός τής Αγίας.

Αξιοζήλευτο δώρο τού Θεού στην ιερά Μονή Σινά αποτελούν τα Ιερά Λείψανα της αγίας Αικατερίνης, τα οποία βρέθηκαν στο Παρεκκλήσιο της κορυφής τού όρους, που φέρει σήμερα το όνομά της. Ο τόπος, όπου ανακαλύφθηκε το Άγιο Λείψανο, είναι ακριβώς κάτω από την Αγία Τράπεζα. Δίπλα στο Παρεκκλήσιο υπάρχουν δύο δωμάτια για τους προσκυ-νητές. Η θέα από εδώ είναι θαυμάσια. Ο προσκυνητής μπορεί να δει την Ερυθρά Θάλασσα νοτίως, και τον Κόλπο τού Εϊλάτ ανατολικά.

Το μύρο, που ανάβλυζε και ακόμη αναβλύζει από τη Αγία Κάρα τής αγίας, είναι ένα συνεχές θαύμα. Η ευλάβεια προς την Αγία Αικατερίνη και το όνομά της διαδόθηκε στη Δύση από τους Σταυροφόρους, και από τον 11ο αιώνα και μετά η Μονή τού Θεοβάδιστου Όρους Σινά άρχισε να γίνεται γνωστή και ως Μονή τής Αγίας Αικατερίνης.

Η μαρμάρινη Λάρνακα, στην οποία φυλάσσεται σήμερα το τίμιο λείψανο της Αγίας Αικατερίνης, ευρίσκεται στη νότια πλευρά τού Αγίου Βήματος του Καθολικού. Είναι έργο που συνέθεσε ο λιθοξόος και Σκευοφύλακας της Μονής Προκόπιος, αξιοποιώντας παλαιοχριστιανικά θωράκια. Όλοι οι προσκυνητές έχουν τη δυνατότητα να προσκυνήσουν τα τίμια λείψανα της Αγίας μετά το πέρας των ιερών Ακολουθιών. Τότε τα τίμια λείψανα εκτίθενται για προσκύνηση και δίδεται σε κάθε προσκυνητή ως ευλογία αργυρό ομοίωμα του δακτυλιδιού τής Αγίας. Το δακτυλίδι αυτό συμβολίζει τον πνευματικό αρραβώνα τής Αγίας με τον Χριστό (βλ. «ιερό γάμο») και τον σύνδεσμο κάθε προσκυνητή με τη Μονή· θεωρείται δε μεγάλο φυλακτό, το οποίο οι προσκυνητές συνήθως φορούν δια βίου.

Ιερά λείψανα, όμως, τής Αγίας Αικατερίνης τής Μεγαλομάρτυρος φέρονται να επιδεικνύονται από τα μέσα τού 11ου αιώνα και στη νορμανδική πόλη Ρουάν, όπου, κατά τους Ρωμαιοκαθολικούς, τα έφερε εκεί περί το 1027 ο ερημίτης μοναχός Συμεών.